ἐξαφῇ

ἐξαφῇ
ἐξάπτω
fasten from
aor subj pass 3rd sg
ἐξαφή
contact
fem dat sg (attic epic ionic)
ἐξαφίημι
send forth
aor subj act 3rd sg
ἐξαφίημι
send forth
aor subj act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • αφή — Είναι η αίσθηση που επιτρέπει την αναγνώριση των εξωτερικών χαρακτηριστικών και της επιφάνειας των αντικειμένων (σχήμα, όγκος, τραχύτητα, λειότητα, ομοιομορφία κ.ά.) με την επαφή του δέρματος. Τα απτικά αισθήματα προκαλούν, όταν ερεθιστούν, με… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”